ΤΟ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΡΓΥΡΟΣ
1.Κατά το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα δικαιώματα του ανθρώπου, επικυρωθείσης με το Ν.Δ. 53/19/20-9-1974 (περί κυρώσεως της εν Ρώμη την 4 Νοεμβρίου 1950 υπογραφείσης Συμβάσεως δια την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών ως και του προσθέτου εις αυτήν πρωτοκόλλου των Παρισίων της 20ης Μαρτίου 1952, «παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματος τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεων της ενοχής του». Η ως άνω σύμβαση κατ` άρθρο 28 πα. 3 του Συντάγματος υπερισχύει των ελληνικών νόμων προγενέστερων, συγχρόνων ή μεταγενεστέρων. Με την διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της Συμβάσεως καθιερώνεται το τεκμήριο αθωότητος του κατηγορουμένου καθ` όλα τα διαδικαστικά στάδια μέχρι της εκδόσεως καταδικαστικής αποφάσεως επί της ασκηθείσης διώξεως. Εξ` άλλου κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του κυρωθέντος πρωτοκόλλου υπ` αριθ. 7 της Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, που υπογράφτηκε στο Στρασβούργο στις 22 Νοεμβρίου 1984, κάθε πρόσωπο που καταδικάστηκε για αξιόποινη πράξη από το δικαστήριο έχει το δικαίωμα της επανεξέτασης από ανώτερο δικαστήριο της απόφασης με την οποία κηρύχθηκε ένοχος ή της απόφασης με την οποίαν του επιβλήθηκε ποινή. Η άσκηση αυτού του δικαιώματος και οι λόγοι για τους οποίους μπορεί αυτό να ασκηθεί διέπονται από το νόμο. Το ως άνω πρωτόκολλο κυρώθηκε με το νόμο 1705/1987. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι δεν επιτρέπεται να ανατρέπεται το τεκμήριο αθωότητος, το οποίο είναι ενεργό, έως ότου η απόφαση καταστεί αμετάκλητη. (AΠ 1522/1998)
2.-Το τεκμηρίου αθωότητας,αφορά στο δικαίωμα σεβασμού της τιμής και της αξιοπρέπειάς της και βρίσκει έρεισμα όχι μόνο στο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ αλλά και στο δικαίωμα (σεβασμού του ιδιωτικού βίου της) που προστατεύει το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (βλ. ΕΔΔΑ ευρ. συνθ. 12.7.2013, Allen, op.cit., σκέψη 94 και ΕΔΔΑ 30.4.2015, Καπετάνιος και άλλοι, op.cit., σκέψη 83).
3.-Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνει την αρχή του σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορούμενου, έχει δεχθεί ότι απόφαση διοικητικού δικαστηρίου που έπεται τελικής αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου για το ίδιο πρόσωπο δεν πρέπει να την παραβλέπει και να θέτει εν αμφιβόλω την αθώωση, έστω και αν αυτή εχώρησε λόγω αμφιβολιών, ως «τελική» δε απόφαση, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης νομολογίας, νοείται η αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ 951/2018 επταμ., 167-169/2017 επταμ. κ.ά.). Προκειμένου να ενεργοποιηθεί το τεκμήριο αθωότητας από την ανωτέρω άποψη, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να δείξει ότι η ποινική διαδικασία συνδέεται κατ’ ουσίαν προς την διοικητική διαδικασία και την αντίστοιχη διοικητική δίκη (βλ. ΣτΕ 951/2018 επταμ., 175/2018 - πρβλ. ΕΔΔΑ ευρ. συνθ. 12.7.2013, 25424/09, Allen κατά Ηνωμένου Βασιλείου, σκέψεις 94, 103 και 104, ΕΔΔΑ 18.10.2016, 21107/07, Alkaşi κατά Τουρκίας, σκέψεις 25-28).
Από το 1995, στην υπόθεση Allenet de Ribemont κατά Γαλλίας, η Επιτροπή της ΕΣΔΑ νομολόγησε για τη δέσμευση αναφορικά με το τεκμήριο αθωότητας, τόσον των Δικαστών και όλων γενικά των Δημοσίων λειτουργών που παίρνουν μέρος σε μία ποινική δίκη (π.χ. Αστυνομικοί, Γραμματείς) αλλά και των Κυβερνητικών αξιωματούχων.
4.- Το δικαίωμα μπορεί να αποτελέσει τη βάση για αξίωση και αγωγή αποζημίωσης έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω ηθικής βλάβης απορρέουσας από τη διατύπωση της απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου (πρβλ. ΕΔΔΑ 30.4.2015, Καπετάνιος και άλλοι, op.cit., σκέψη 113 και ΕΔΔΑ 9.6.2016, 66602/09, 71879/12, Σισμανίδης και Σιταρίδης κατά Ελλάδας, σκέψη 72, σε συνδυασμό με ΣτΕ 1501/2014 Ολομ.).
5. Η διάδοση ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών μέσω ΜΜΕ:
Ο “Κώδικας Δεοντολογίας Ειδησεογραφικών και άλλων Δημοσιογραφικών και Πολιτικών Εκπομπών”, κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του π. δ/τος 77/2003 (Α΄ 75), ορίζει τα εξής στις παραγράφους 1, 2 του άρθρου 5 αυτού: «1. Η μετάδοση των γεγονότων πρέπει να είναι αληθής, ακριβής και όσο είναι δυνατόν πλήρης. Τα γεγονότα πρέπει να παρουσιάζονται με προσοχή και αίσθημα ευθύνης, ώστε να μη δημιουργούν ... σύγχυση ... στο κοινό. 2. Ανακρίβειες ... διορθώνονται αμέσως στο πλαίσιο της ίδιας ή παρόμοιας εκπομπής». Συναφώς το άρ. 8 παρ. 1 του Κώδικα ορίζει: «Δεν πρέπει να μεταδίδονται πληροφορίες χωρίς να έχουν ελεγχθεί» (εδάφιο α΄) Σύμφωνα με το άρ. 11 παρ. 1 του Κώδικα «1. Η αρχή ότι ο κατηγορούμενος τεκμαίρεται αθώος μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη του γίνεται σεβαστή και συνεπώς δεν προεξοφλείται το αποτέλεσμα της δίκης ούτε οι κατηγορούμενοι αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα, ως ένοχοι» Στο άρ. 11 παρ. 6 του αυτού Κώδικα Δεοντολογίας ορίζει ότι: «6. Δεν δημοσιοποιούνται έγγραφα ή άλλα στοιχεία που γίνονται γνωστά στις αρμόδιες αρχές κατά το στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, της έκτακτης προανάκρισης και γενικότερα της ποινικής προδικασίας».(βλ ΣτΕ 2765/2020,1635/2019)
5.Σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν 4596/2019: Πρωτόκολλο Σύμβασης Προάσπισης των Δικαιωμάτων/ Οδηγ. 2016/343:Τεκμήριο αθωότητας κλπ « Δημόσιες αναφορές στην ενοχή προσώπου (άρθρα 4 και 10 παρ. 1 της Οδηγίας 2016/343/ΕΕ)Ο ύποπτος ή κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα, προς αποκατάσταση της βλάβης, την οποία υπέστη εξαιτίας της προσβολής του τεκμηρίου αθωότητάς του από δηλώσεις δημόσιων αρχών που έλαβαν χώρα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας πριν την έκδοση της απόφασης σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, οι οποίες αναφέρονται κατά τρόπο άμεσο στην εκκρεμή ποινική διαδικασία και είτε παροτρύνουν το κοινό να πιστέψει στην ενοχή του είτε προβαίνουν σε εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών με την οποία προδικάζουν τη δικαστική κρίση της υπόθεσης.»
Κατ’ αρχήν η προστασία του τεκμηρίου αθωότητάς ως περιεχομένου της ανωτέρω οδηγίας, αποτελεί πλέον κανόνα δικαίου της Ενώσεως ο οποίο αποτελεί, κατ` αρχήν, τη δικονομική έκφανση του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας
6. Το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί οχι μόνον ένα θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου να τεκμαίρεται αθώος μέχρι τη νόμιμη απόδειξη της ενοχής του, αλλά είναι ταυτόχρονα μία ανεξάρτητη υποχρέωση της πολιτείας, αφού διαθέτει αυτόνομη εγγυητική λειτουργία, με την έννοια ότι, σε περίπτωση προσβολής του, αναιρείται ο δίκαιος χαρακτήρας της δίκης, ακόμη και αν έχουν γίνει σεβαστές όλες οι υπόλοιπες, προβλεπόμενες από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, αρχές και εγγυήσεις.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι σε περίπτωση αθώωσης το τεκμήριο αθωότητος είναι αμάχητο